- ἔκδημος
- ἔκδημοςaway from homemasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έκδημος — η, ο (AM ἔκδημος, ον) αυτός που βρίσκεται έξω από τον δήμο, τη χώρα, απόδημος μσν. αυτός που βρίσκεται σε έκσταση, ο εκτός εαυτού αρχ. (για ενέργεια ή κατάσταση) αυτός που γίνεται σε ξένη χώρα ή εναντίον ξένης χώρας … Dictionary of Greek
ἔκδημον — ἔκδημος away from home masc/fem acc sg ἔκδημος away from home neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδήμοις — ἔκδημος away from home masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδήμου — ἔκδημος away from home masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδήμους — ἔκδημος away from home masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδήμων — ἔκδημος away from home masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδήμῳ — ἔκδημος away from home masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔκδημα — ἔκδημος away from home neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔκδημοι — ἔκδημος away from home masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ЭКДЕМ — • Ecdēmus, Έκδημος, и его друг Демофан, два знатных гражданина из Мегалополя, которые, будучи учениками академика Аркесилая, старались применить философию к практической жизни и к государству. Из Мегаполя они изгнали тирана… … Реальный словарь классических древностей